Κυριακή 23 Ιουλίου 2017

«…κι αν σ’ έκαψαν,
κι αν σ’ έχωσαν βαθιά κάτω απ’ το χώμα,
κι αν έκρυψαν τη στάχτη σου
σε κοιμητήρια, σε δάση και τυρφώνες,
δε θα μας εμποδίσουν να σε βρούμε,
Τσε Κομαντάντε, φίλε.»
– Νικολάς Γκιγιέν*.

Ήταν 12 Ιούλη 1997 όταν ένα- ειδικά ναυλωμένο από την κυβέρνηση- αεροσκάφος των κουβανικών αερογραμμών προσγειώνονταν στο αεροδρόμιο Χοσέ Μαρτί της Αβάνας. Δεν επρόκειτο για μια συνηθισμένη προγραμματισμένη πτήση, από αυτές που...
μεταφέρουν επιβάτες η εμπορεύματα. Ήταν μια άφιξη ιστορικής σημασίας, κάτι που ήταν ολοφάνερο από τις προετοιμασίες που είχαν γίνει στο αεροδρόμιο, με την παρουσία στρατιωτικών αγημάτων και κυβερνητικών αξιωματούχων συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Φιντέλ. Έτσι, με λιτή επισημότητα, συγκίνηση και σεβασμό, η Κούβα υποδέχονταν, 30 χρόνια μετά τη δολοφονία του, την σωρό του Κομαντάντε Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, καθώς και άλλων τεσσάρων συντρόφων του.

Λίγες ημέρες πριν, στις 28 Ιούνη, μια διεθνής ομάδα ειδικών επιστημόνων με επικεφαλής τον κουβανό Δρ. Χόρχε Γκονζάλες Πέρεζ είχε εντοπίσει στο Βαλεγκράντε- ένα μικρό χωριό της βολιβιανής επαρχίας- το μαζικό τάφο που βρίσκονταν θαμμένη η σωρός του Τσε και άλλων έξι ανταρτών. Αν και οι προσπάθειες για την ανεύρευση του σημείου που είχε ταφεί ο θρυλικός Κομαντάντε είχαν ξεκινήσει δεκαετίες πριν, μέχρι το Νοέμβρη του 1995 δεν υπήρχε καμιά ουσιαστική και αξιόπιστη πληροφορία που θα μπορούσε να οδηγήσει τις έρευνες.

Η πληροφορία-κλειδί δόθηκε από τον απόστρατο στρατηγό Μάριο Σαλίνας Βάργκας– αξιωματικό του βολιβιανού στρατού που το 1967 ηγούνταν δυνάμεων που έστησαν ενέδρα την αντάρτικη ομάδα του Τσε- στο δημοσιογράφο Τζον Λι Άντερσον των New York Times. Ο ίδιος ο Άντερσον περιγράφει τα γεγονότα εκείνων των ημερών στο βιβλίο-βιογραφία του Τσε υπό τον τίτλο “Che: A Revolutionary Life” (Grove Press, New York):

«Ένα πρωί το Νοέμβρη του 1995, ευρισκόμενος στη Βολιβία προκειμένου να πάρω συνέντευξη από οποιονδήποτε θα μπορούσα να βρω που είχε σχέση με τη δραστηριότητα του Τσε στην περιοχή, πήγα στην Σάντα Κρουζ να δω τον Μάριο Σαλίνας Βάργκας, έναν απόστρατο στρατηγό γύρω στα 50. Ως νεαρός αξιωματικός το 1967, ο Βάργκας έγινε διάσημος καθώς ηγήθηκε ενέδρας που ο στρατός έστησε στον ποταμό Μασικούρι εξολοθρεύοντας την 2η φάλαγγα των αντάρτικων δυνάμεων του Τσε. Η γερμανίδα συντρόφισσα του Τσε, η Τάνια, καθώς και οκτώ άλλοι μαχητές σκοτώθηκαν».

Ο Βάργκας εξιστόρησε αναλυτικά στον Άντερσον τι ακολούθησε της σύλληψης του Τσε, βάζοντας τον αμερικανό δημοσιογράφο στον πειρασμό να τον ρωτήσει τι απέγινε το σώμα του Κομαντάντε. Γράφει σχετικά ο Άντερσον: «Η ευθύτητα του Βάργκας με ώθησε να τον ρωτήσω για το σώμα του Τσε, παρ’ ότι δεν περίμενα μια ειλικρινή απάντηση. Έμεινα έκπληκτος όταν μου απάντησε πως ήθελε να ξεδιαλύνει το παρελθόν. Είπε πως μετά τη δολοφονία του Τσε, τα χέρια του ακρωτηριάστηκαν. Πάρθηκαν δαχτυλικά αποτυπώματα ώστε να υπάρχει απόδειξη της ταυτότητας του σώματος και τα χέρια τοποθετήθηκαν σε φορμαλδεΰδη. Το βράδυ, μια ομάδα αξιωματικών στην οποία μετείχε ο Βάργκας, πέταξαν τα σώματα του Τσε και ορισμένων άλλων συντρόφων του σε έναν ομαδικό τάφο».

Όταν δημοσιεύθηκε η συνέντευξη του Σαλίνας Βάργκας– με την σημαντική αυτή αποκάλυψη- στους New York Times, οι εξελίξεις στη Βολιβία πήραν δραματική τροπή. Ο πρόεδρος της χώρας Γκονσάλο Σάντσες ντε Λοζάδα δήλωσε ότι ο Άντερσον είχε επινοήσει την όλη ιστορία παίρνοντας συνέντευξη από έναν… πιωμένο Βάργκας. Την ίδια στιγμή, ο Βάργκας κρύφτηκε σε άγνωστη τοποθεσία και σε ανακοίνωση του αρνήθηκε ότι είπε το παραμικρό. Ωστόσο, τόσο ο πρόεδρος Σάντσες ντε Λοζάδα όσο και ο στρατηγός, αγνοούσαν ότι ο Άντερσον είχε ηχογραφήσει την συνέντευξη. Η αποκάλυψη της ύπαρξης ηχογραφημένου ντοκουμέντου οδήγησε το μεν Βάργκας να παραδεχθεί δημόσια τα όσα είπε στον Άντερσον και το δε βολιβιανό πρόεδρο να δώσει εντολή για τον σχηματισμό επιτροπής έρευνας για τον εντοπισμό των σωρών.

Η αποκάλυψη του Βάργκας για το τι απέγινε η σωρός του Τσε διεύψευσε μια σειρά από θεωρίες που έβλεπαν κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας και οι οποίες αποπροσανατόλιζαν τις όποιες έρευνες: μια πληροφορία έλεγε ότι το σώμα του Γκεβάρα είχε αποτεφρωθεί και οι στάχτες είχαν σκορπιστεί από ελικόπτερο στη ζούγκλα, μια άλλη ότι η σωρός είχε μεταφερθεί από αμερικανούς μυστικούς πράκτορες στα κεντρικά γραφεία της CIA στη Βιρτζίνια, ή, όπως σημείωναν άλλα δημοσίευματα σε αμερικανική βάση στον Παναμά. Τίποτε από αυτά βεβαίως δεν ίσχυε. Η δε κουβανική κυβέρνηση, αποφασισμένη να φτάσει τις έρευνες μέχρι το τέλος, συνέστησε επιτροπή που επιβαρύνονταν με το έργο της ανακάλυψης, ταυτοποίησης και επαναπατρισμού της σωρού του Τσε. Επικεφαλείς της επιτροπής αυτής ήταν οι Ραούλ Κάστρο και Ραμίρο Βαλντές.

Οι έρευνες που ξεκίνησαν στις αρχές του 1996 στην περιοχή του Βαλεγκράντε δεν έδωσαν αμέσως αποτέλεσμα, καθώς δεν ήταν γνωστό το ακριβές σημείο που είχαν ταφεί τα σώματα του Τσε και των συντρόφων του. Τις ανασκαφές επιχείρησε να αποπροσανατολίσει ο γνωστός κουβανός πράκτορας της CIA– ο οποίος είχε αναμειχθεί στην σύλληψη και δολοφονία του Τσε- Φέλιξ Ροντρίγκες. Σύμφωνα με τη «Γκράνμα», ο Ροντρίγκες ταξίδεψε μέχρι το σημείο των ανασκαφών και υπέδειξε στους ερευνητές ότι θα έπρεπε να ψάξουν προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που είχαν ξεκινήσει.

Σημαντικές πληροφορίες που οδήγησαν τις ανασκαφές στην σωστή περιοχή έδωσε στον Άντερσον η χήρα ενός πρώην αξιωματικού του βολιβιανού στρατού, του συνταγματάρχη Αντρές Σέλιχ. Κάποιες παλιές σημείωσεις του Σέλιχ επιβεβαίωναν την εκδοχή του Βάργκας για την ύπαρξη ενός μαζικού τάφου στα πέριξ ενός πρόχειρου, χωματένιου αεροδιαδρόμου λίγο έξω από το Βαλεγκράντε. Ήταν πλέον θέμα χρόνου η ομάδα των επιστημόνων που εργάζονταν στις ανασκαφές να φτάσουν σε μια σημαντική ανακάλυψη. Αυτή ήρθε στις 9 το πρωί της 28 Ιούνη 1997.

Διηγείται σχετικά ο Άντερσον: «Βρισκόμουν στο Μαϊάμι όταν μου τηλεφώνησε ο Αλεχάντρο (επικεφαλής των αργεντίνων επιστημόνων). Με μια ήρεμη φωνή, που πρόδιδε όμως ενθουσιασμό, μου είπε: “Τον βρήκαμε. Έλα”. Πήγα στην Σάντα Κρουζ και απο κεί οδικώς για το Βαλεγκράντε. Τίποτα δεν είχε ακόμη δημοσιευθεί στον Τύπο, αλλά είχαν ξεκινήσει να διαδίδονται οι πρώτες φήμες. Οι σωροί είχαν βρεθεί από μια ομάδα κουβανών και βολιβιανών ειδικών ερευνητών. Δίπλα στον αεροδιάδρομο, πέντε σχεδόν μέτρα από τις τελευταίες εκσκαφές που είχαν αρχίσει το Νοέμβρη του ’95, βρισκόταν ένα νέο σημείο. Η περιοχή είχε αποκλειστεί και βολιβιανοί στρατιώτες έλεγχαν όποιον πλησίαζε. Ο τάφος είχε περίπου 2 μέτρα βάθος».

Στον μαζικό τάφο είχαν βρεθεί 7 ανθρώπινοι σκελετοί. Ένας όμως ξεχώριζε καθώς ήταν καλυμμένος με στρατιωτικό χιτώνιο. Αυτό που έκανε τους επιστήμονες να βεβαιωθούν ότι είχαν βρει την- επί 30 χρόνια αγνοούμενη- σωρό του Τσε, ήταν ότι από τον ανθρώπινο σκελετό έλειπαν τα χέρια. «Το χέρι είχε κοπεί στο ύψος του καρπού, ενώ το κόκκαλο έμοιαζε να είχε αφαιρεθεί με χειρουργική ακρίβεια» γράφει ο Άντερσον. Μέσα στο στρατιωτικό χιτώνιο βρέθηκαν ίχνη από καπνό πίπας που συνήθιζε να καπνίζει ο Γκεβάρα, ενώ έγινε και ταυτοποίηση των οδοντικών χαρακτηριστικών.

Για τους κουβανούς επιστήμονες που συμμετείχαν στις έρευνες, ο εντοπισμός και η ταυτοποίηση της σωρού του ηρωϊκού Κομαντάντε ήταν πηγή ενθουσιασμού αλλά ταυτόχρονα και έντονου στρές, δεδομένης της ιστορικής αποστολής που είχαν αναλάβει. «Ήταν πολύ έντονες μέρες, με μεγάλη ένταση» σημειώνει ο Δρ. Χόρχε Γκονζάλες Πέρες και προσθέτει: «Δεν εγκαταλείψαμε καθόλου το σημείο, ούτε το γιαπωνέζικο νοσοκομείο (σ.σ. στη Σάντα Κρούζ) όπου μεταφέρθηκαν τα οστά μετά την εκταφή προκειμένου να ταυτοποιηθούν. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι κανένας μας δεν κοιμήθηκε, για να βρισκόμαστε συνέχεια σε επαφή με το χώρο που ήταν οι σωροί, ώστε να μην συμβεί τίποτε». Ο επαναπατρισμός της σωρού του Τσε και των έξι συντρόφων του αποτελούσε για την Κούβα ζήτημα αξιοπρέπειας, ώστε να αποδοθούν- έστω και μετά θάνατον- όλες οι απαραίτητες εκείνες τιμές στον κορυφαίο κομμουνιστή αντάρτη και γνήσιο τέκνο της κουβανικής επανάστασης.

Στις 17 Οκτώβρη 1997 ξημέρωνε για τον κουβανικό λαό μια ιστορική ημέρα. Με κάθε επιστημότητα και παλλαϊκή συμμετοχή, οι σωροί του Κομαντάντε Ερνέστο Γκεβάρα και άλλων έξι συντρόφων του θα ενταφιάζονταν στο ειδικά χτισμένο Μαυσωλείο που είχε χτιστεί τη δεκαετία του ’80 στην πόλη της Σάντα Κλάρα. Στην είσοδο του Μαυσωλείου, εντυπωσιακό και περήφανο, δεσπόζει το περίπου 7 μέτρων μπρούτζινο άγαλμα του επαναστάτη Τσε με το τουφέκι στο χέρι.

Η Σάντα Κλάρα, η πόλη-ορόσημο για την επιτυχή έκβαση της Επανάστασης, στην οποία ο Τσε έδωσε μια απ’ τις πλέον σημαντικές του μάχες οδηγώντας τις αντάρτικες δυνάμεις το 1959 σε θριαμβευτική νίκη, υποδέχονταν και πάλι τον θρυλικό Κομαντάντε. Έπειτα από εβδομάδες λαϊκού προσκυνήματος στην Αβάνα και επτά ημέρες επίσημου πένθους, επτά μικρά ξύλινα φέρετρα με τα λείψανα των ανταρτών έφταναν πάνω σε στρατιωτικά αγήματα μπροστά από το χώρο του Μαυσωλείου.

«Ο Τσε πολεμά και κερδίζει περισσότερες μάχες από ποτέ», σημείωσε στην ομιλία του ενώπιον εκατοντάδων χιλιάδων κουβανών, ο Φιντέλ Κάστρο. «Ευχαριστούμε, Τσε, για την ιστορία, τη ζωή και το παράδειγμα σου. Ευχαριστούμε που έρχεσαι να μας δώσεις δύναμη στο δύσκολο αγώνα που δίνουμε σήμερα προκειμένου να διατηρήσουμε τις ιδέες για τις οποίες εσύ πολέμησες τόσο σκληρά».


Βίντεο που περιλαμβάνει αποσπάσματα από την άφιξη της σωρού του Τσε και των συντρόφων του στην Κούβα στις 12 Ιούλη 1997 (λανθασμένα αναφέρεται ο μήνας Οκτώβρης) και την τελετή ενταφιασμού στην Σάντα Κλάρα στις 17 Οκτώβρη 1997.

* Απόσπασμα από το ποίημα του Νικολάς Γκιγιέν “Che Comandante, Amigo” (Τσε Κομαντάντε, Φίλε). Στα ελληνικά, το ποίημα περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Νικολάς Γκιγιέν: Αηδόνια και Μπαζούκας», σε μετάφραση Μπάμπη Ζαφειράτου, από τις εκδόσεις New Star.












atexnos
  • Blogroll

  • Blog Archive